< ἀποματαιάζω
ἀπομαφορτίζομαι >
ἀποματαΐζω
peerse
ὁ Ἄμασις ... ἐπάρας ἀπεματάϊσε
Hdt.2.162,
ἐπάρας τὸ σκέλος ἀπεματάϊσε
Fauorin.
Fr
.15, cf.
Tz.Comm
.Ar.1.144.18.