ἀπολῐβάζω
I
τρυγώνους καὶ λύραςPherecr.47.
2 intr. largarse
οὐκ ἀπολιβάξεις εἰς ἀποικίαν τινά;Eup.223, cf. Ar.Au.1467.
II gotear Hsch.s.u. ἀπολιβάσαι (cf. ἀπολείβω).
τρυγώνους καὶ λύραςPherecr.47.
οὐκ ἀπολιβάξεις εἰς ἀποικίαν τινά;Eup.223, cf. Ar.Au.1467.