ἀπολυσίδιον, -ου, τό
recibo, justificante u orden de entrega
οἴνουPFay.133.14 (III d.C.),
ἑκατὸν μονοχώρων οἴνουPFlor.131.7 (III d.C.),
(κυάμου μυριάδων)SB 9054ue.7 (III d.C.).
οἴνουPFay.133.14 (III d.C.),
ἑκατὸν μονοχώρων οἴνουPFlor.131.7 (III d.C.),
(κυάμου μυριάδων)SB 9054ue.7 (III d.C.).