ἀποκριτικός, -ή, -όν
1 que separa
ἀποκριτικὴν τῶν περιττωμάτων ... δύναμινGal.8.9, cf. Simp.in Ph.1190.22, Olymp.in Mete.201.7,
πόροιGr.Nyss.Eun.1.390.
2 que consiste en responder
τῶν δὲ λογικῶν εἴδη δύο, ἀποφαντικὸν καὶ ἀ.Theo Prog.97.16, cf. 23.