ἀποκηρύσσω
• Alolema(s): át. -ττω dial. no jón.-át. ἀποκαρ- IG 7.1780.19 (Tespias III/II a.C.), IG 5(2).274.20 (Mantinea I/II d.C.)
I de bienes vender en pública subasta
τὴν καλάμην πᾶσανHdt.1.194,
ἀποκηρύξει τις ὅ τι ἂν ἀλφάνοιEup.258,
σκευάρια δὴ κλέψας ἀπεκήρυξ' ἐκφέρωνPl.Com.121,
οἱ τὰ μικρὰ καὶ κομιδῇ φαῦλ' ἀποκηρύττοντεςD.23.201
•en v. pas. de propiedades, Lys.17.7,
ὕβρισμα δύ' ὀβολῶν πρῴην ἀποκεκηρυγμένοςLuc.Pisc.23,
ἐκείνους ἀποκηρύττεσθαιD.Chr.66.4.
II de pers.
1 de hijos repudiar, desheredar D.39.39, POxy.2342.6, en v. pas., Pl.Lg.928e,
ὑπ[ὸ] τοῦ πατρόςAeschin.Socr. en POxy.1608.39, cf. Luc.Abd.proem., Gloss.2.237,
ἈποκηρυττόμενοςEl desheredado Luc.Abd.tít.
2 de esclavos renunciar a su posesión, manumitir
ἀποκαρυξάτω ἐπὶ τῶ μνάματοςIG 7.180.19 (Tespias III/II a.C.), en v. pas.
οἱ ἀποκαρυχθέντες ἐλεύθεροιIG 5(2).274.20 (I d.C.),
οἱ ἀποκαρυχθέ[ντες ἀ]πελεύθεροιIG 5(2).342a.7 (Mantinea I/II d.C.)
•fig. renunciar a
τὴν τοῦ κόσμου ἀλαζονίανPLond.1927.32 (IV d.C.).
3 en gener. proscribir, excomulgar
αὐτὸν ἀναθεματίσατε καὶ ἀπεκηρύξατεAth.Al.M.25.236A
•expulsar
τῆς πανηγύρεωςGr.Naz.M.35.541A
•fig. desterrar
φιλοσοφίαςMax.Tyr.26.2,
τῆς σοφίαςPhilostr.VA 4.30.
III c. inf. prohibir públicamente
Ἀλέξανδρος ἀπεκήρυξε μὴ ἐσθίεινThphr.HP 4.4.5, en v. pas.
ἀποκεκήρυκται μηδένα στρατεύεινX.HG 5.2.27.
IV proclamar
πατρογέ[ρ]ονταςIEphesos 26.24 (II d.C.).