ἀποθησαυρίζω


atesorar, guardar παντὸς καρποῦ πλῆθος D.S.5.40, θεμέλιον καλὸν εἰς τὸ μέλλον 1Ep.Ti.6.19, καταφαγεῖν πᾶν ὃ ἂν δῷς ἢ ἀποθησαυρίσαι Arr.Epict.3.22.50, χρήματα Iambl.Protr.20, πυροὺς καὶ κριθάς Aesop.114.1, cf. 175.1, 3, ὅταν ... ἡ γένεσις ἀποθησαυρίζῃ γόνον cuando ... los órganos genitales hacen provisión de semen, Corp.Herm.Fr.22, (δραχμάς) εἰς πλοῦτον Luc.Alex.23, en v. pas. παντοίων πλῆθος ὅπλων I.BI 7.299, cf. Ael.NA 14.18, fig. Θεὸς τοῖς ἀνθρώποις τὰ πλημμελήματα Cyr.Al.M.73.344B, abs. ὣς ὁ ἀποθησαυρίζων ὁ δοξάζων μητέρα αὐτοῦ LXX Si.3.4, πρὸς τὰ μέτρα τῶν γενέσεων Vett.Val.18.12
tb. en v. med. τοὺς μύρμηκας τὰς τροφὰς ἀποθησαυριζομένους Corp.Herm.Fr.4.2.