ἀπληστεύομαι
ser insaciable, no saciarse c. gen.
τῶν ἐκ φιλοσοφίας καλῶν καὶ σεμνῶνHipparch.p.18, abs. LXX Si.31.17, c. ἐν y dat.
ἐν κάλλει βρωμάτωνEphr.Syr.1.15F.
τῶν ἐκ φιλοσοφίας καλῶν καὶ σεμνῶνHipparch.p.18, abs. LXX Si.31.17, c. ἐν y dat.
ἐν κάλλει βρωμάτωνEphr.Syr.1.15F.