ἀπευκτός, -ή, -όν
execrable
πήματαA.A.638,
ἀνήρA.Supp.790,
τὸ δεηθῆναι τούτωνPl.Lg.628c,
σύνοδοςHld.7.25.6
•subst.
τὰ ἀπευκτάPl.Ep.353e, Luc.Laps.2.
πήματαA.A.638,
ἀνήρA.Supp.790,
τὸ δεηθῆναι τούτωνPl.Lg.628c,
σύνοδοςHld.7.25.6
τὰ ἀπευκτάPl.Ep.353e, Luc.Laps.2.