< ἀπευθυντέον
ἀπευθύνω >
ἀπευθυντήρ
,
-ῆρος, ὁ
guía
de la ley de Dios
ἀ. πρὸς τὴν ἀρέσκουσαν πολιτείαν τῷ Θεῷ
Cyr.Al.M.73.257C.