ἀπεκδίδωμι
• Grafía: graf. ἀπεγ- en pap.
1 dar en matrimonio de Sara
(γυναῖκα) ἑπτὰ ἀνδράσινLXX To.3.8S.
2 contratar c. ac. de pers.
τὸν νεωποίην ... ἀπεγδοῦναι ὅπως στήλη ... κατασκευασθῇIPr.18.32 (III a.C.)
•c. ac. y dat.
ἐρίων μν(ᾶς) κε καὶ ἀπέγδος Ἀρτεμιδώρῳ ἵνα κατασκευάσῃPCair.Zen.241.2 (III a.C.).
3 dar en contrata c. ac. de una obra
τὴν διώρυγαPCair.Zen.220.2 (III a.C.),
ἀπεκδοῦναι τὰ κατα[λειφθέντα τῶν ἔργωνID 502A.4 (III a.C.), en v. pas. PCair.Zen.68.3 (III a.C.)
•dar en alquiler
αἶγες ... ἃς σὺ ἀπεξέδωκαςPMich.Zen.67.17 (III a.C.).