ἀπειρομεγέθης, -ες
1 de enorme tamaño, inmenso
διαστήματαPh.1.605,
κόσμοςCleom.2.1.69, 84,
σῶμαS.E.P.3.44, de Dios
φύσιςEus.DE 4.6
•fig.
ἀπὸ τοῦ ... ἀπειρομεγέθους ἐπιστήμης χωρίουPh.1.627
•subst. neutr. inmensidad
τὸ ἀ. ... φύσεωςProcop.Gaz.M.87.1933B.
2 adv. -ως de modo inmensamente grande Epiph.Const.Haer.76.40.