ἀπασπάζομαι
I
ἀλλήλουςAct.Ap.21.6
•despedir
ᾠδῇ καὶ μέλει τὸν χορόνHim.11.1, cf. Charito 3.5.
2 intr. despedirse
ἀπασπασάμενοςLXX To.10.12.
II separar en v. pas. c. gen.
ἡ ἀμέριστος θεότης ... οὔτε τοῦ σώματος οὔτε τῆς ψυχῆς ἀπεσπάσθηGr.Nyss.Ep.3.22.