ἀπαράμικτος, -ον
1 no mezclado
τὸ γνάσιον ... πλᾶθος τᾶς πολιτείας ... ἀ. ὑπάρχον ἀπὸ τῶ ἄλλω γένευςHippod.2.p.13.
2 adv. -ως sin mezcla
τοῦ ψεύδουςOrigenes Io.6.19 (p.127.30).
τὸ γνάσιον ... πλᾶθος τᾶς πολιτείας ... ἀ. ὑπάρχον ἀπὸ τῶ ἄλλω γένευςHippod.2.p.13.
τοῦ ψεύδουςOrigenes Io.6.19 (p.127.30).