< ἀνεκπλήρωτος
ἀνεκποίητος >
ἀνέκπλῠτος
,
-ον
• Alolema(s):
tb.
ἀνέκπλυντος
, -ον Basil.M.32.1300D
indeleble
γραφή
Pl.
Ti
.26c,
χαρακτῆρες
Ph.2.363, cf. Poll.1.44
•
fig.
ἄγη
Ph.2.314, Basil.l.c.