ἀνέκλυτος, -ον


indisoluble τὰ τῶν Μοιρῶν ἐν ἅπασιν ἀνέκλυτα καὶ ἀμετάτροπα δόγματα IG 12(7).393 (Amorgos I/II d.C.), κύκλοι Iust.Nou.39 proem.