ἀνάγνωσις, -εως, ἡ
I reconocimiento
τὸν Ἀστυάγεα ἐσήιε ἀνάγνωσις αὐτοῦHdt.1.116.
II
ὁκόσοι δὲ πόνοι φωνῆς, ἢ λέξιες ἢ ἀναγνώσιες ἢ ᾠδαὶ ... κινέουσι τὴν ψυχήνHp.Vict.2.61,
περὶ γραμμάτων γραφῆς τε καὶ ἀναγνώσεωςPl.Euthd.279e,
(ἡ τραγῳδία) τὸ ἐναργὲς ἔχει καὶ ἐν τῇ ἀ.Arist.Po.1462a17, cf. D.T.629.12, como parte de una vida perfecta
ἀναγνώσιες δὲ καὶ μελέταιArchyt.Fr.Sp.1 (1, p.554)
•lectura pública
πολυηκόους τ' ἐν ταῖς ἀ. ποιοῦντας καὶ πολυμαθεῖςPl.Lg.810e,
τοῖς τ' ἀκούουσιν ... ἀνωφελὴς ἂν ἐκ τῆς ἀ. κρίνοιτο χρείαPlb.1.57.3, cf. Plu.2.14e, D.C.43.11.3, LXX 1Es.9.48, SIG 959.8 (Quíos), IG 11(4).618.8 (Delos), POxy.2417.8 (III a.C.), Herm.Vis.1.4.2
•lectura privada
πρόσεχε τῇ ἀ., τῇ παρακλήσει, τῇ διδασκαλίᾳ1Ep.Ti.4.13, cf. Luc.VH 1.1, Plu.2.604d, Ph.1.91.
2 obra, tratado Olymp.in Mete.3.34
•de la Sagrada Escritura A.Mart.25.2.2
•pasaje Origenes Comm.in Eph.1.9.
3 en crít. text. lección, lectura de un pasaje o palabra
ἡ Ἀριστάρχειος ἀ.A.D.Synt.164.2.