ἀντίτιμος, -ον
1 del mismo valor, Ἀθηνᾶ 20 p.163 (Quíos)
•que intenta imitar a c. gen., Sthenid.p.536.
2 plu. subst. rescate
καὶ τῶν ψυχῶν αὐτῶν ἀντίτιμα πεντακοσίαν χιλλάδα δηναρίων ἡμεῖν ἔδοτοSyria 35.309 (Persépolis), cf. Hsch.
καὶ τῶν ψυχῶν αὐτῶν ἀντίτιμα πεντακοσίαν χιλλάδα δηναρίων ἡμεῖν ἔδοτοSyria 35.309 (Persépolis), cf. Hsch.