ἀντίπηξ, -ηγος, ἡ
1 cesto para llevar a los niños
κοίλης ἐν ἀντίπηγος εὐτρόχῳ κύκλῳE.Io 19,
κύτος ἑλικτὸν ἀντίπηγοςE.Io 40, cf. 1338.
2 cofre
χηλὸν ... φασὶν ... Μιτυληναῖοι ... ἀντίπηγαEust.1056.46, cf. Hsch.
κοίλης ἐν ἀντίπηγος εὐτρόχῳ κύκλῳE.Io 19,
κύτος ἑλικτὸν ἀντίπηγοςE.Io 40, cf. 1338.
χηλὸν ... φασὶν ... Μιτυληναῖοι ... ἀντίπηγαEust.1056.46, cf. Hsch.