ἀντιπρόσωπος, -ον
I
ἀντιπρόσωποι μὲν μαχόμενοιX.HG 6.5.26,
φιλήματαbesos en la boca, AP 12.251 (Strat.), de cosas
ἀντιπρόσωποι στοαίLXX Ez.42.3, cf. Ach.Tat.3.7.6, Lib.Or.11.254
•que está enfrente, frente a c. dat., de pers.
τοῖς πολεμίοιςX.Cyr.7.1.25, cf. Aen.Tact.22.11, D.C.40.23.1, Eus.HE 8.10.5
•de anim. de frente, encarado
ὁ σῦς ... ἀντιπρόσωπος ἐχώρει δρόμῳAch.Tat.2.34.3, cf. Ael.NA 4.33, de cosas
(αἱ ἀγκύλαι) ἀντιπρόσωποι ἀλλήλαιςLXX Ex.26.5, cf. Thphr.Sens.52, LXX Ez.42.8
•del viento contrario, de cara
τοὺς ... ἀνέμους ... πνέοντας τῇ Αἰγύπτῳ ἀντιπροσώπουςPlu.2.897f, cf. Sch.Arat.916M.
II subst. τὸ ἀ.
1 milit. dispoción de ataque en dos frentes por delante y por detrás, LXX 2Re.10.9.
2 náut. proa
Διογένης ὁ ναύκληρος τῆς ἀκάτου τὸ ἀ. ἔδοξεν ἀπολωλεκέναιArtem.4.24, cf. 2.23.
III adv. -ως frente a frente
ἵστασθαιArist.Mir.835b11,
δεῖ ἀντιπροσώπως ἀνακεκλῖσθαιSteph.in Hp.1.95.