< ἀντιπεριστροφή
ἀντιπεριτέμνω >
ἀντιπερισχίζομαι
fragmentarse
,
deshacerse
de ciertos esputos
τὰ λεπτὰ καὶ ὑδατώδη ἐν τῇ ἀνόδῳ ἀντιπερισχίζονται
Steph.
in Hp
.1.174.