< ἀντιπαραγωγή
ἀντιπαραδέχομαι >
ἀντιπαραδείκνυμι
mostrar uno junto a otro en oposición
c. ac. y dat.
τὸν ἀπὸ λίθου τεχνηθέντα τῷ κατὰ φύσιν
Gr.Nyss.M.44.176D.