< ἀντιμετάθεσις
ἀντιμεταλαμβάνω >
ἀντιμετακλίνω
inclinar en sentido contrario
οὕτω καὶ τὰς περὶ ψυχὴν δυνάμεις ἀντωθοῦσι πρὸς τἀναντία καὶ ἀντιμετακλίνουσιν
Ph.1.678.