< ἀντίδικος
ἀντιδιοικέω >
ἀντιδικτάτωρ
,
-ορος, ὁ
dictador adjunto
οὐ μόνον δικτάτωρ, ἀλλὰ καὶ ἀ. ... προεχειρίσθησαν
Lyd.
Mag
.1.38.