< ἀντιδιαγράφομαι
ἀντιδιάθεσις >
ἀντιδιαζεύγνυμαι
dividirse en dicotomías
οὐ τὸ συζυγοῦν καὶ προσεχὲς εἶδος ἀντιδιέξευκται
S.E.
M
.11.15
•
dividirse a su vez
λόγος
A.D.
Synt
.126.10.