< ἀντεπιχειρέω
ἀντεπιχέω >
ἀντεπιχείρησις
,
-εως, ἡ
contraataque
ἀντεπιχείρησιν κατὰ τοῦ ἀντιπάλου ποιήσασθαι
D.H.9.14, cf. Origenes
Comm.in Eph
.2.2.