ἀνταναστρέφω


recaer fig. repercutir αὗται (δόξαι) αὖθις πρὸς ἡμᾶς ἀνταναστρέφουσι, καθάπερ πρὸς τὸν βάλλοντα ἡ σφαῖρα Clem.Al.Paed.1.13.103.