< ἄνοψος
ἄνπανσις >
ἀνπαιστήρ
,
-ῆρος, ὁ
aldaba
εἵλ[ε]το ... ἀνπαιστῆρα τῷ μεγάλῳ θυρώματι
IG
4
2
.102.79 (Epidauro IV a.C.).