ἀνομβρέω
1 intr. manar
πηγήPh.2.91
•fig.
ὥσπερ ἀπὸ γῆς τῆς αἰσθήσεως ἀνομβρησάντων παθῶνPh.1.575.
2 tr. manar
ὕδωρPh.2.115, cf. Hsch.
•fig.
παροιμίαςLXX Si.18.29,
πλείωPh.1.477.
πηγήPh.2.91
ὥσπερ ἀπὸ γῆς τῆς αἰσθήσεως ἀνομβρησάντων παθῶνPh.1.575.
ὕδωρPh.2.115, cf. Hsch.
παροιμίαςLXX Si.18.29,
πλείωPh.1.477.