ἀνδρολέτειρα, -ας, ἡ
matadora de hombres de Helena, A.A.1465
•como adj.
ἀνδρολέτειραν ... ἄταν ἐμβαλόντεςA.Th.314,
κτείνας ἀνδρολέτειραν ... Μελανίππηνép. en Sch.Pi.N.3.64.
ἀνδρολέτειραν ... ἄταν ἐμβαλόντεςA.Th.314,
κτείνας ἀνδρολέτειραν ... Μελανίππηνép. en Sch.Pi.N.3.64.