ἀναφωνέω


I intr.

1 clamar, gritar Plb.3.33.4, Plu.Cic.27, κραυγῇ μεγάλῃ Eu.Luc.1.42, cf. LXX 1Pa.15.28.

2 declamar como ejercicio retórico, Plu.2.130c. en v. pas. ἀκούειν ... τῶν πρὸς ἀνδρείαν ἢ σωφροσύνην ἢ δικαιοσύνην ἀναπεφωνημένων oir ... declamaciones sobre el valor o la prudencia o la justicia Plu.2.30e
ejercitar la voz ἀναφωνέειν χρή Aret.CD 1.3.8.

II tr.

1 expresar, proferir τινας φθόγγους Epicur.Ep.[2] 76, cf. 72, κἀκεῖνο Arist.Mu.400a18, cf. Plu.Cor.32, Brut.24.

2 reclamar c. inf. τὸν ἑαυτοῦ πατέρα μετῆλθαι ἐκ τῆς Διὸς πόλεως UPZ 162.5.26, cf. Artem.1.56.

3 c. dos ac. proclamar Ἀντίγονον καὶ Δημήτριον βασιλέας Plu.Demetr.18
invocar en v. pas. καὶ τοῦτο (σκότος ἄγνωστον) τρὶς ἀναφωνούμενον οὕτως Dam.Pr.125 quater
c. dat. decretar en v. pas. τοῦ ἀναπεφωνημένου Νουμενίῳ στεφάνου PFay.14.2 (II a.C.).