ἀναφανδόν
• Alolema(s): poét. ἀμφανδόν B.Fr.60.25, Pi.P.9.41
abiertamente, públicamente
ὁς ῥ' ἀναφανδὸν ὄπυιεIl.16.178, cf. B.l.c., Pi.l.c.,
τὰ δὲ μὴ αἰσχρὰ (ἐστὶ ποιέειν χρεόν) ἀναφανδόνHdt.2.35, cf. 46,
ἀ. σεαυτὸν ὑποκηρυξάμενος εἰς πάντας τοὺς ἝληναςPl.Prt.348e, cf. Plb.32.5.11, Luc.Astrol.12, Syr.D.24,
πῶς οὐκ ἐμήδιζον ἀναφανδόν ...;Plu.2.863f,
διεχλεύαζεI.AI 15.220, cf. BI 4.165,
πᾶσι γὰρ [ἐν τεκέ]εσσιν ἐμοῖς ἀ. ἐπέστηςIUrb.Rom.184.10 (II d.C.),
ταῦτα ... ἀ. οὕτω γιγνόμεναD.C.60.18.2
•c. εἰς:
τλήτω ... εἰς ἀ. ἱκέσθαιQ.S.3.69.