< ἀνατρεκιδδέτ
ἀνατρεπτικός >
ἀνατρεπτέον
1
hay que refutar
τὰ ἤδη ὡμολογημένα
Luc.
Herm
.49, cf. Gal.4.620.
2
hay que volver
Orib.
Ec
.146.13.