ἀναντίρρητος, -ον
I
μαρτυρίαI.Ap.1.160,
λόγοιS.E.M.8.160, cf. Act.Ap.19.36.
2 que no sufre oposición
αἱ τῶν ἀφροδισίων χρεῖαιPlb.6.7.7.
II adv. -ως
1 sin oposición, degrado
τυγχάνειν πάντων φιλανθρώπων ἀ.Plb.22.8.11,
ἧλθονAct.Ap.10.29,
ἀποδώσομενPLond.1319.12 (VI a.C.).
2 sin posibilidad de controversia
δεικνύντεςIP 245C.47.