ἀναθυάω
estar de nuevo en celo de la cerda, Arist.HA 546a28, 573b8
•en prov.
ἀναθυῶσιν αἱ γεραίτεραιPherecr.35 (cj.),
γραῦς ἀναθυᾷDiogenian.1.4.10, cf. Hsch., AB 33.20.
ἀναθυῶσιν αἱ γεραίτεραιPherecr.35 (cj.),
γραῦς ἀναθυᾷDiogenian.1.4.10, cf. Hsch., AB 33.20.