ἀμφοτέρωθι
adv. de las dos formas
(τὰ ἴδια καὶ τὰ κοινά) ἀ. πλημμελοῦσιX.Mem.3.4.12
•en los dos lados
στενὰ δ' ἦν ἀ.Aristid.2.216, cf. Or.36.80.
(τὰ ἴδια καὶ τὰ κοινά) ἀ. πλημμελοῦσιX.Mem.3.4.12
στενὰ δ' ἦν ἀ.Aristid.2.216, cf. Or.36.80.