< ἀλαβανδικός
Ἀλάβανδος >
ἀλαβάνδινον
,
-ου, τό
• Grafía:
prob. graf. ἀλαβανδηνόν Cosm.Ind.
Top
.11.16
mineral.
alabandina
Archig. en Aët.6.58, Cosm.Ind.l.c.