ἀκρᾱής, -ές
de vientos favorable en cuanto a velocidad o dirección
ἐπλέομεν βορέῃ ἀνέμῳ ἀκραέϊ καλῷOd.14.253, cf. Aristid.Or.48.50,
ἀ. ζέφυροςOd.2.421, A.R.2.721, Orph.A.485,
οὖροςA.R.1.606
•grato
πινέμεν οἶνον, ἐν σκιῇ ἑζόμενον ... ἀντίον ἀκραέος ΖεφύρουHes.Op.594.
• Etimología: Cf. ἄκρος y ἄημι.