ἀκρογωνιαῖος, -α, -ον


arq. angular sólo c. λίθος piedra angular ἦν λίθος ἀ. μέγας ὃν ἐβουλόμην θεῖναι εἰς κεφαλὴν γωνίας ... τοῦ ναοῦ T.Sal.22.7, cf. 22.17
metáf. o fig., LXX Is.28.16, de Cristo Ep.Eph.2.20 (ap.crít.), cf. Cat.Ps.118 Pal.90-91a.10, Gr.Naz.M.35.1136A.