ἀκολασία, -ας, ἡ
• Alolema(s): jón. -ίη Hp.Decent.5


1 relat. al comportamiento individual desenfreno, libertinaje op. σωφροσύνη Hecat.169, ἀμαθία τε μετὰ σωφροσύνης ὠφελιμώτερον ἢ δεξιότης μετὰ ἀκολασίας la ignorancia unida a la prudencia es más ventajosa que la sabiduría unida al desenfreno Th.3.37, μεσότης μὲν σωφροσύνη ὑπερβολὴ δὲ ἀκολασία Arist.EN 1107b6, ἐς ἀκολασίαν δαπανηρούς Arist.EN 1119b31, def. τὸ ὑπὸ τῶν ἡδονῶν ἄρχεσθαι Pl.Phd.69a, περὶ τὰ ἀφροδίσια ἀκολασία Pl.Ti.86d, en serie c. κύβοι y πότοι Lys.16.11, κυβεία καὶ ἄλλαι ἀκολασίαι Aen.Tact.5.2, c. gen. ἀ. τῶν παθῶν LXX 4Ma.13.7.

2 relat. al comportamiento social o político indisciplina, intemperancia τῆς ὑπαρχούσης ἀκολασίας ἐπειρώμεθα μετριώτεροι ἐς τὰ πολιτικὰ εἶναι Th.6.89, ἐν γὰρ τοῖς βελτίστοις ἔνι ἀ. τε ὀλιγίστη καὶ ἀδικία pues entre los nobles la indisciplina y la injusticia son mínimas X.Ath.1.5, δούλων ἀ. X.Ath.1.10, νέων Pl.Lg.884a, junto a ἀκοσμία Pl.Grg.492c, junto a ἀδικία Pl.Sph.228e, junto a ἀπληστίη Hp.l.c., op. εὐταξία Isoc.8.102, τοσαύτη ἦν ἡ τοῦ Νέρωνος ἀ. D.C.62.15.1.