< ἀγριοκάττα
ἀγριοκοκκύμηλον >
ἀγριοκινάρα
bot., otra denominación del ἄκανθα λευκή o
cardo blanco
,
Picnomon acarna
(L.) Cass.
, Ps.Dsc.3.12,
carduus
,
Gloss
.2.217.