ἀγοραστός, -ή, -όν
• Grafía: graf. ἀγορατός CIIud.1.98* (Argos, biz.)


1 comprado σῶμα γυναικεῖον FD 6.31.4 (II a.C.), τὰς ὑπαρχούσας αὐτῇ ... ἀγοραστὰς ἐκ προκηρύξεος (l. -εως) ... ἀρούρας [τ]ρεῖς Stud.Pal.20.1.5 (I d.C.), τὴν ... ἀγοραστὴν παρὰ Θενπετεσούχου ... οἰκίαν PTeb.381.11 (II d.C.), δούλη POxy.95.14 (II d.C.), cf. 1110.13 (II d.C.), κοιμητήριον CIIud.l.c.
subst. τὰ ἀ. compras, BGU 2355.4 (II/III d.C.).

2 comprado por el Estado, requisado ἀ. σῖτος PLille 53.8, 14 (III a.C.), cf. PHamb.113.5 (ptol.).