ἀγητός, -ή, -όν


admirable εἶδος Il.22.370, ὕπατος καὶ ὕπαρχος ἀ. ILaod.Lyk.42.4 (V d.C.), ῥόδων ἀγητὸν νέον ἔρνος Anacreont.55.36, ἀγητὰ φέγγη Synes.Hymn.5.38
c. ac. de rel. εἶδος ἀγητοί Il.5.787, 8.228, cf. h.Ap.198, δέμας καὶ εἶδος ἀ. Il.24.376
c. dat. de rel. χρήμασιν ἀ. Sol.5.3, σᾶμα ... τὸ καὶ μακάρεσσιν ἀγητόν Theoc.1.126, νέους, τοί τ' ἐν μακάρεσσιν ἀγητοί Opp.C.1.364.
• Etimología: Cf. ἀγάομαι, ἀγα-.