εἰσγράφω
• Alolema(s): ἐσ- Th.1.31, D.C.37.9.2
I en v. act. y med.
1 proponer por escrito
ποτιτάξαντος τοῦ δάμου ... τιμὰς αὐτοῦ εἰσγραφήμεινIG 12(1).58.12 (Rodas I d.C.), en v. pas.
κα]τὰ τὸ εἰσγραφὲν ψάφισμα ὑπὸ ἹππίαLindos 419.58 (I d.C.)
•tb. en v. med.
περὶ ὧν εἰσεγράψατο [Ἑκα]ταῖοςen relación con la propuesta escrita de Hecateo, IMylasa 102.7 (II/I a.C.), cf. 101.67 (heleníst.), 103.7 (II a.C.).
2 inscribir, registrar c. εἰς y ac.
(τοὺς φίλους) εἰς δέλτονD.H.3.27,
ἐς τὸν κατάλογον αὐτούςD.C.109.5, cf. 62.14.3, en v. pas.
εἰ]σγραφῆναι δὲ αὐ[τοὺς εἰς φυλὴν] ἣν ἂν βούλων[ταιICos ED 33.3 (III a.C.),
ἐς τὸ βουλευτικὸν ἐσγραφείςD.C.48.43.2,
ἐς ἃς (στήλας) οἱ νόμοιD.C.37.9.2
•fig.
ἐκεῖνον ἔς τε τοὺς φίλους καὶ ἐς τοὺς συμμάχους ἐσέγραψεD.C.36.53.6.
II en v. med.
1 hacerse escribir
μαντεῖαS.Tr.1167.
2 c. ac. del pron. refl. inscribirse
οὐδὲ ἐσεγράψαντο ἑαυτοὺς οὔτε ἐς τὰς Ἀθηναίων σπονδὰς οὔτε ἐς τὰς ΛακεδαιμονίωνTh.l.c.,
ἐς καταλόγους αὑτοὺς ῬωμαϊκούςProcop.Pers.1.15.25.