εἰσαεί
• Alolema(s): ἐσ- SEG 30.82.5 (Atenas III d.C.); εἰσαιέν A.R.2.716; εἰσαιεί LW 108 (Teos, imper.)
adv. para siempre, por siempre jamás
ἔσται δὲ θνητοῖς εἰ. λόγος μέγας τῆς σῆς πορείαςA.Pr.732,
ὥς σφιν γένηται γηροβοσκὸς εἰ.S.Ai.570, cf. A.R.l.c., E.Ep.5.65, Attic.4.40, Plot.4.8.6, Corp.Herm.23.29.5, LW l.c.,
ἀποθάνω γ', ὃ μὴ γένοιτ', ἀλλ' εἰ. ζώιηνMen.Sam.728,
ἵνα ... ὑπάρχῃ δε καὶ τὰ ἐψ[ηφίσ]μένα διάμονα καὶ βέβαια εἰ.SEG 4.598.50 (Teos I a.C.), cf. IEphesos 26.12 (II d.C.)
•adnom. c. valor adj. eterno, imperecedero
ἡ εἰ. μνήμηSEG l.c.