< εἰκαιολέσχης
εἰκαιολογέω >
εἰκαιολεσχία
,
-ας, ἡ
charlatanería
ἀμείβειν τὴν εἰκαιολεσχίαν ταύτην
Ps.Caes.218.357, cf. 189.7.