δᾰτέομαι
• Morfología: [dór. pres. ind. δαδεῦνται (por δατεῦνται) Hsch., imperat. δατεῦ Hsch., inf. δατέασθαι Hes.Op.767, cret. δατθθαι ICr.4.72.4.28 (Gortina V a.C.), tard. δατέεσθαι Hsch., part. masc. δατιόμενος ICr.4.72.5.45 (Gortina V a.C.); impf. δατεῦντο Il.23.121; aor. ind. δάσσαντο Il.1.368, δασσάσκετο Hsch., subj. 3a plu. δάττονται ICr.4.72.5.34 (Gortina V a.C.), arcad. inf. δάσασσθαι SMSR 13.1937.58 (Mantinea V a.C.), part. δασσάμενος Od.3.66, Hes.Th.537, δαττάμενος SEG 23.566.18 (Axo VI a.C.), v. pas. inf. δασθῆναι Hsch.; fut. δάσονται Il.22.354, Od.2.368; perf. ind. δέδασται Il.1.125, Hes.Th.789, inf. δεδάσθαι Diog.Apoll.B 3]
I c. suj. de pers.
1 dividir en partes o porciones, repartir
ἄνδιχα πάνταIl.18.511, 22.120,
κρέα πολλὰ δατεῦντοdividían la carne en muchas porciones, Od.1.112,
μοίραςOd.3.66, 20.280, cf. 19.423,
ζωήνOd.14.208,
μέγαν βοῦνHes.Th.537,
τρισσὴν γαῖανHes.Fr.233, cf. Hdt.3.39, 7.121, Theopomp.Hist.356b, Plu.Rom.17,
διχθά τοι ... θεοὶ τιμὴν ἐδάσαντοh.Hom.22.4,
(ἐνιαυτόν) δυώδεκα μέρεα δασαμένουςHdt.2.4
•jur. repartir, distribuir una herencia ICr.4.72.4.28 (Gortina V a.C.), bienes incautados SMSR l.c., ICr.1.9.1.126, 135 (Drero III/II a.C.).
2 c. suj. en plu. o colect. e idea de interés repartirse
τὰ μὲν ... δάσσαντο μετὰ σφίσινse repartieron entre ellos una parte, Il.1.368,
ὅτε κεν δατεώμεθα ληΐδ' ἈχαιοίIl.9.138, 280,
κτήματα γάρ κεν πάντα δασαίμεθαque nos repartiríamos toda su herencia (los pretendientes) Od.2.335, cf. 368, 3.316, 9.42,
μῆλα δὲ Κύκλωπος ... δασσάμεθ'Od.9.549,
πατρώϊα πάνταOd.17.80,
κλῆρονHes.Op.37,
θεοὶ ... δάσσαντο ... τιμάςHes.Th.112,
χθόνα δατέοντο Ζεύς τε καὶ ἀθάνατοιPi.O.7.55, cf. Hdt.7.23,
τὰ μὲν δασόμεσθα μετὰ σφίσινA.R.3.909,
οὐ κτῆσιν ἀνάρσια φῦλα δέδασται ἡμετέρηνQ.S.2.57, cf. Philet.15.1
•fig., c. ac. de abstr.
ἀμφότεροι μένος Ἄρεος δατέονταιunos y otros se reparten la furia de Ares, e.d. ambos ejércitos combaten con igual denuedo, Il.18.264,
μεγάλαν προγόνων τιμὰν δάσασθαιPi.P.4.148.
3 dar, asignar c. dat. de la pers. a quien se da o asigna algo
οἱ δάσσαντο θεοὶ κλυτὰ δώματα ναίεινlos dioses le concedieron habitar ilustres mansiones Hes.Th.303,
ταύτην γάρ οἱ μοῖρανHes.Th.520,
τοῖς παισὶ ... τὰ χρήματαDemocr.B 279,
τῶν θεῶν τῷ ταχίστῳ πάντων τῶν θνητῶν τὸ τάχιστον δατέονταιHdt.1.216,
ἤν τι μεῖον ἡμῖν δάσωνταιX.Cyr.4.2.43, cf. Oec.7.24,
τῆς δὲ γῆς τὴν δορίκτητον ... τοῖς στρατιώταιςPlu.Rom.27,
στρατιῇ Διόνυσος ... ληίδαNonn.D.40.275,
πέντε τάλαντα οὐχ ὁσίῃ μοίρῃ πατρικὰ δασσάμενοςAP 14.128 (Metrod.)
•sin dat.
ἀρούραςOd.6.10,
σπέρματαHes.Op.446,
ἁρμαλιήνHes.Op.767,
δαίμοναςAlcm.65,
τὸ ἐπιβάλλονCorn.ND 27,
τάφους τε καὶ υἱέαςAP 8.77 (Gr.Naz.)
•fig.
οἵ τε δόμους ἐδάσαντο παρ' ὀφρυόεντι Πελώρῳlos que distribuyen sus casas, e.e. los que habitan, junto al elevado Peloro Nonn.D.13.321, cf. IM 17.22 (III/II a.C.).
4 tragar, devorar Hsch.s.u. δασσάσκετο.
II partir, despedazar
Ἕκτορα ... δώσειν κυσὶν ὠμὰ δάσασθαιIl.23.21, cf. Od.18.87, 22.476, E.Tr.450,
τὸν μὲν Ἀχαιῶν ἵπποι ἐπισσώτροις δατέοντοlos carros de los aqueos lo despedazaban con sus llantas, Il.20.394,
πορδάλιες (las bacantes) Πενθῆα παρὰ σκοπέλοισι δάσαντοOpp.C.4.315,
ταὶ δὲ χθόνα ποσσὶ δατεῦντοIl.23.121,
νῆα ... δασσάμενον μέγα κῦμαOpp.H.4.408.
III intr. perf. pas. estar distribuido, estar repartido
τὰ μὲν πολίων ἐξεπράθομεν, τὰ δέδασταιIl.1.125,
τριχθὰ δὲ πάντα δέδασταιIl.15.189, cf. Od.15.412,
δεκάτη ... δέδασταιHes.Th.789, cf. Diog.Apoll.l.c.,
ἡ δὲ ἰατρικὴ ... σφι δέδασταιtienen repartida la práctica de la medicina Hdt.2.84,
πανταχοῦ δέ μοι χθονὸς τεμένη δέδασταιE.HF 1329,
πάντα δέδασταιtodo está repartido ref. a los temas poéticos en los que es difícil ser original, Choeril.2.3,
ὁ μηδοφόνος δὲ δέδασται ξυνὸς ἐμὶν Μαραθὼν καὶ μαραθωνομάχοιςAP 16.233 (Theaet.Schol.).
• DMic.: ]o-da-sa-to.
• Etimología: Deriv. de la r. que da lugar a δαίομαι, δαίνυμι qq.u.