< δασύφωνος
δασυχειρόμακτρον >
δᾰσῠχαίτης
,
-ου
• Alolema(s):
-τας
AP
6.32 (Agath.)
de abundante cabellera
τράγος
AP
l.c.,
Κάλχας
Tz.
PH
666.