< δολφός
δόλων >
δόλωμα
,
-ματος, τό
trampa
,
estratagema
τῷδε ... δολώματι πολλοὺς ἀναιρῶν
A.
Ch
.1003,
χρὴ κατασκευάζεσθαι δολώματα τοῖς ἀποβαίνουσι
Aen.Tact.8.2.