δίχᾰ


I adv.

1 en dos partes δ. δέ σφισι πάντα δέδασται Od.15.412, τὰ δὲ πλευροκοπῶν δ. ἀνερρήγνυ S.Ai.236, κεραίαν ... δ. πρίσαντες Th.4.100, πόρις ... δ. una ternera en canal E.Ba.738, τέμνε ... δ. Pl.Sph.265e, εἰ διαπρισθείη δ. (τὰ δόρατα) Ar.Pax 1262, τὸ (ὄρος) ... δ. ... διέστη Call.Iou.31, δ. μοι τὸ θερίστριον ἤδη ἔσχισται ya se me ha rasgado el chal en dos partes Theoc.15.69.

2 ref. a facultades anímicas en dos, en dos sentidos δ. θυμὸν ἔχοντες con el corazón dividido en dos, Il.20.32, cf. 21.386, Q.S.12.162, expresando vacilación o duda δ. θυμὸς ... μερμηρίζει Od.16.73, cf. 19.524, δ. δέ σφισιν ἥνδανε βουλή Il.18.510
c. verb. que significan ‘hablar’ o ‘pensar’ de dos maneras diferentes βάζομεν Od.3.127, δ. μοι τὰ νοήματα Sapph.51 (ap. crít.), cf. Thgn.91, Pi.Fr.213.4, Aristaen.1.6.12, ἐγίνοντο δ. αἱ γνῶμαι Hdt.6.109, δόξα δ' ἐχώρει δίχ' E.Hec.117, ἁρμονία ... δ. φρονέοντων συμφρόνησις Philol.B 10, ὡς μὴ δ. λόγω κινέεσθαι Ti.Locr.104b.

3 geom. aritmética en dos partes iguales τὸν ἀριθμὸν ... δ. διελάβομεν Pl.Tht.147e, ἑκάστην ... τῶν ... πλευρῶν δ. τέμνων Antipho Soph.B 13, τὴν ... γωνίαν ... δ. τεμεῖν Euc.1.9, cf. Archim.Sph.Cyl.1.3, en v. pas. γραμμὴ δ. τετμημένη Pl.R.509d, διαιρεῖν Plb.3.92.1, 7.4.2.

4 en dos grupos o bandos δ. ... ἑταίρους ἠρίθμεον dividí en dos grupos a mis compañeros, Od.10.203, cf. A.R.2.36, 4.501, αἱ παρθένοι ... δ. διαστᾶσαι Hdt.4.180, ὅτι δ. πέφυκε (ἡ Σικελία) porque Sicilia está dividida en dos bandos Th.4.61, δ. ... τὴν δύναμιν λαβεῖν Th.6.10, δ. γε ὄντας ἡμᾶς Th.1.122, τῶν ἄλλων ... δ. ἐψηφισμένων Th.1.40, δ. τὸ στράτευμα ποιεῖν X.An.6.4.11, cf. Mem.4.4.8, ἐὰν δ. ἡ ἐκκλησία γένηται Arist.Pol.1318a40, αἱ δ' ... παρθενικαὶ δ. ... ἀθύρουσιν las muchachas juegan en dos grupos A.R.4.948
por separado μαθήσεται ὅσον τό τ' ἄρχειν καὶ τὸ δουλεύειν δ. aprenderá cuán diferente es el mandar y el ser esclavo A.Pr.927, ἔνθα ... δ. κεῖται θανών allí, aparte, yace muerto Pi.P.5.93, οἰκεῖν δ. S.OC 602, δίχ' ἕκαστα φορεύμενα Νείκεος ἔχθει llevados cada uno por separado por la inquina de Odio Emp.B 17.8, δ. δὲ γλωχῖνες ἔχουσιν ἀμφίδυμοι μέγα πεῖσμα λινόστροφον ambas puntas por separado sostienen un fuerte cable de lino retorcido en un anzuelo, Opp.H.3.286.

II prep. de gen., a veces en anástrofe

1 lejos de δίχ' ἀνθρώπων Hes.Op.167, δ. τῶν (πυρός, ὕδατος καὶ γαίας) Emp.B 17.19, cf. A.Th.25, ἄρσενος δ. A.A.861, cf. S.Ph.31, Ai.750, ἐσῆγεν ἔσω ταύρους δ. θηλειάων Theoc.25.107, Σατύρων δ. Nonn.D.20.33.

2 sin φασγάνου δ. S.Tr.1063, θυμοῦ δ. sin enfado Ar.Fr.489, δ. τῶνδ' ἀείδειν Call.Fr.228.1, δ. προόδου sin escolta Plb.8.17.10 (cj.), δ. μώμου ID 2548.5 (I a.C.), δ. <πόνου> sin esfuerzo D.H.7.19, δ. τέλους IHistriae 68.25 (I d.C.), δ. πάσης παρεκβάσεως 1Ep.Clem.20.3, δ. τοῦ πόρου τοῦ ἐκ τοῦ δημοσίου sin utilizar los fondos públicos, MAMA 6.180.9 (Apamea II d.C.), δ. γνώμης ἐμῆς καὶ συνκαταθέσε[ω]ς PFlor.58.8 (III d.C.), δ. πραγμάτων sin dificultades Iul.Or.7.212a, δ. λέκτρων Nonn.D.29.261, βελέων δ. Nonn.D.10.199, δ. πάσης ἀγνωμοσύνης sin ninguna molestia, PMich.607.23 (VI d.C.), δ. τινὸ[ς ὑ]περθέσε[ω]ς sin demora alguna, POxy.4350.14 (VI d.C.).

3 sin contar con, contra δ. δ' ἄλλων μονόφρων εἰμί A.A.757, σῆς δ. γνώμης λέγω S.El.547, πόλεως δ. S.OC 48, δ. κείνων (τῶν θεῶν) S.Ai.768.

4 excepto, salvo δ. γε Διός A.Pr.163
aparte de τὸ γὰρ τοπάζειν τοῦ σαφ' εἰδέναι δ. A.A.1369, ἔχεις τι τῶν λελεγμένων δ.; A.Ch.778.
• Etimología: Deriv. de *δϜι(σ)-, cf. δίς.