δωσιδικία, -ας, ἡ
administración de justicia
προστάντα τῆς δωσιδικίας ἴσως καὶ δικαίωςTAM 2.583.15 (Tlos I a.C.), cf. OGI 335.83 (Pérgamo II a.C.).
προστάντα τῆς δωσιδικίας ἴσως καὶ δικαίωςTAM 2.583.15 (Tlos I a.C.), cf. OGI 335.83 (Pérgamo II a.C.).